«Αχ! Σπούδασα Φιλοσοφία και Νομική και Γιατρική
κι’ αλί μου και Θεολογία με κόπο και μ’ επιμονή.
Και νά με εδώ με τόσα φώτα,
εγώ, μωρός όσο και πρώτα.»
Οι στίχοι που προηγήθηκαν ανήκουν στον πρώτο
μονόλογο του Φάουστ, του Γιόχαν Βόλφγκανγκ Φον Γκαίτε. Ποιός είναι όμως ο Γκαίτε και ποιος ο Φάουστ; Την
ερώτηση αυτή μου θέτουν αρκετά συχνά οι
μαθητές μου, οι οποίοι έχουν ακουστά τόσο τον Γκαίτε όσο και τον Φάουστ, πολλές
φορές έχοντας όμως μια συγκεχυμένη εικόνα ή διάσπαρτες πληροφορίες στο νου. Η
ανταπόκρισή μου πάντα είναι άμεση και θέλω να πιστεύω κατατοπιστική, παραπέμποντας
τους εκτός των άλλων και σε ανάλογη βιβλιογραφία. Ένα τέτοιο πρόσφατο περιστατικό αποτέλεσε έναυσμα της
ιδέας για το κείμενο αυτό.
Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Φον Γκαίτε (Johann Wolfgang von Goethe) ήταν Γερμανός συγγραφέας, φιλόσοφος,
ζωγράφος, παιδαγωγός, αλλά και θετικός επιστήμονας ποιητής, λόγιος, νομικός και
πολιτικός. Γεννήθηκε στις 28
Αυγούστου 1749 στην Φραγκφούρτη.
Η οικογένεια του ήταν από τις πιο εύπορες, προσφέροντας του πολλές δυνατότητες
μόρφωσης. Στα 15 του
έγραψε τα πρώτα του ποιήματα που στη συνέχεια κατέστρεψε. Το 1765 πηγαίνει να σπουδάσει Νομική στη Λειψία από επιθυμία του πατέρα
του. Εγκατέλειψε γρήγορα τις σπουδές του για να αφοσιωθεί στα εικαστικά. Πρώτα ασχολήθηκε με
τη ζωγραφική και τη γλυπτική. Παράλληλα εξέδωσε την πρώτη του ερωτική
ποιητική συλλογή, «Τα Τραγούδια». Στην Λειψία ήρθε σε επαφή με το έντονο Ελληνικό στοιχείο τις πόλης. Ως
θαυμαστής της αρχαίας ελληνικής γραμματείας αφιέρωσε πολλά έργα του στην Ελληνική Αρχαιότητα. Στα 20 του χρόνια αρρωσταίνει κι
επιστρέφει στη Φραγκφούρτη.
Τότε είναι που ανακαλύπτει μέσα του τον «Φάουστ». Το 1770 πηγαίνει στο Στρασβούργο, τελειώνει τη νομική και
παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα ιατρικής, χημείας και βοτανικής. Η λυρικότητα
όμως δεν τον εγκαταλείπει. Γράφει ερωτικά τραγούδια εμπνευσμένος από τον έρωτα
του για την Φριντερίκε Μπριόν, «Καλωσόρισμα
& Αποχαιρετισμό». Η γνωριμία του με γνωστούς διανοουμένους της εποχής
τον οδήγησε σε έργα που πήρανε το χαρακτηρισμό «ποίηση της θύελλας κι ορμής».
Ολοκληρώνει τις σπουδές, επιστρέφει
στη Φραγκφούρτη κι
αποφασίζει να ασχοληθεί με τη δικηγορία, την οποία όμως εγκαταλείπει γρήγορα
για να γράψει σε πεζό λόγο το έργο του, «Γκαιτς Φον Μπερλίχινγκεν Με Το
Σιδερένιο Χέρι». Το 1774 συγκλονισμένος
από την αυτοκτονία του φίλου του έγραψε «Τα Πάθη Του Νεαρού Βέρθερου»,
μυθιστόρημα που λάτρεψε ο Ναπολέων κι
έγινε λάβαρο του ηθικού και πνευματικού κινήματος. Το 1775, έχοντας ήδη γίνει γνωστός σε όλη
την Ευρώπη, από τον «Βέρθερο»,
αναλαμβάνει καθήκοντα Υπουργού του Δούκα και αργότερα διορίστηκε
κυβερνητικός σύμβουλος (υπουργός τοπικής κυβέρνησης) παίρνοντας τον τίτλο
ευγενείας από τον αυτοκράτορα. Εν τω μεταξύ, ερωτευμένος, γράφει πανέμορφα
ποιήματα: «Προς Το Φεγγάρι», «Πάνω Απ” Όλες Τις Κορφές», «Το
Νυχτερινό Τραγούδι Του Οδοιπόρου». Επίσης το μονόπρακτο δράμα «Τα
Αδέλφια» και το δράμα «Ιφιγένεια Εν Ταύροις». Ένα από τα ωραιότερα
έργα του είναι το «Ταξίδι Στην Ιταλία», που έγραψε κατά τη διαμονή του
στη Ρώμη και γενικά από τη
παραμονή του -αποφασιστικής σημασίας- στη Νότια Ιταλία, στα 1786-88.
Εκεί είχε την ευκαιρία να γνωρίσει την Ιταλική Αναγέννηση και έγραψε την τραγωδία «Έγκμοντ». Το 1795 συναντά στην Ιένα τον Σίλερ (Friedrich Schiller) κι αναπτύσσεται μεταξύ τους βαθιά φιλία,
που κράτησε ως το θάνατο του Σίλερ το 1805. Το 1806 παντρεύτηκε τη Χριστιάνε
Βούλπιους, με την οποία είχε ήδη ένα γιο και παράλληλα γράφει
σειρά έργων: «Τα Χρόνια Μαθητείας Του Βίλχελμ Μάιστερ» κι «Ερμάνος
& Δωροθέα». Η αυτοβιογραφία του «Ποίηση & Αλήθεια», είναι
από τα αριστουργήματα του Γερμανικού πεζού
λόγου.
Ο «Φάουστ» δημιούργημα ολόκληρης
ζωής, ολοκληρώθηκε ένα έτος πριν το θάνατο του. Ένα έργο εικόνα της ψυχής του.
Τραγωδία, όπως τη χαρακτηρίζει ο δημιουργός, αφού φανερώνει τη τραγικότητα του
ανθρώπου, που είναι η πάλη των δύο ψυχών του, που η μία θέλει να χωρίσει την
άλλη, η μία θέλει να φτάσει ψηλά κι η άλλη να μείνει στη γη.
Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Φον Γκαίτε θεωρείται ο πιο ολοκληρωμένος
δημιουργός. Το έργο του αποτελείται από τραγούδια, ποιήματα, αφηγήματα,
θεατρικά, μυθιστορήματα, επιστολές κι επιστημονικές πραγματείες. Κύριος
εκφραστής του ευρωπαϊκού πνεύματος είναι ένα από τα οικουμενικά πνεύματα του
ευρωπαϊκού πολιτισμού. Είχε ενδιαφέροντα, εκτός από τη λυρική, επική και
δραματική ποίηση και στο χώρο των φυσικών επιστημών και δημοσίευσε σχετικές
εργασίες. Αποτελεί ίσως τη τελευταία μορφή στα ευρωπαϊκά γράμματα και τις
τέχνες της οποίας το έργο παρουσιάζει πολυμέρεια κι όγκο, μεγάλων καλλιτεχνών
και διανοουμένων της Αναγέννησης.
Ο συγγραφέας του «Φάουστ», ο υπουργός
του κρατιδίου της Βαϊμάρης,
ήταν ο ίδιος άνθρωπος που μελέτησε τη μεταμόρφωση στα φυτά, συνέβαλε στη
καθιέρωση της εξελικτικής σκέψης, συνέγραψε θεωρία για τα χρώματα, άσκησε
κριτική στη μηχανιστική αντίληψη για τη μελέτη της Φύσης κι
εισηγήθηκε την ολιστική αντίληψη για την επιστήμη. Στην διάρκεια της παραμονής
του στην Βαϊμάρη και ενώ ήταν 34 ετών,
εντυπωσιασμένος από τη μορφολογική ομοιότητα των οργάνων που ανήκουνε σε οργανισμούς
διαφορετικού είδους, διατύπωσε την άποψη πως τα όργανα αυτά δημιουργούνται με
βάση ένα κοινό πρότυπο και συνέλαβε την ιδέα της ενότητας και της συνέχειας στη
φύση. Η ιδέα μάλιστα αυτή που διατυπώθηκε 70 χρόνια πριν τη διατύπωση της Θεωρίας της Εξέλιξης ήταν ο λόγος που ο Κάρολος Δαρβίνος τον τοποθέτησε ανάμεσα στους προδρόμους της
εξελικτικής σκέψης στον πρόλογο της «Προέλευσης Των Ειδών».
Το 1784 ανακάλυψε την ύπαρξη του μη διακρινόμενου (λόγω
της απώθησής του στο πρόσθιο τμήμα των άνω γνάθων και της συνοστέωσής του με
αυτά) μεσογνάθιου οστού στον άνθρωπο. Η ύπαρξη του οστού αυτού στον πίθηκο
προβλήθηκε από τον Γκαίτε ως
επιχείρημα στην υποστήριξη της ιδέας του για τη συνέχεια και την ενότητα στη
φύση. Το 1790 στο
δοκίμιο: «Απόπειρα Ερμηνείας Της Μεταμόρφωσης Των Φυτών» διατύπωσε άποψη
πως όλα τα μέρη του φυτού αποτελούν μεταμορφωμένα φύλλα κι επίσης υποστήριξε
την ιδέα της ύπαρξης ενός «πρωταρχικού φυτού» από το οποίο προήλθαν
όλα τα άλλα.
Εισάγει την ολιστική αντίληψη για τη μελέτη
της φύσης, ασκεί κριτική στο διαφαινόμενο ανταγωνισμό κι επισημαίνει τη
θεωρητική σκέψη που βρίσκεται πίσω κι από τη πιο απλή παρατήρηση. Τότε, η
επιστημονική του εργασία υποτιμήθηκε καθώς ήταν ξένη προς το ποσοτικό
μηχανιστικό πρότυπο, που δέσποζε στη μελέτη της φύσης, και αντί της αποστασιοποιημένης
προσέγγισης του αντικειμένου από τον
ερευνητή του, υπογράμμιζε την άμεση συνομιλία του με αυτόν. Η εργασία του
αντιμετωπίστηκε σαν προϊόν μιας καλλιτεχνικής φύσης που προσπάθησε να ερμηνεύσει
τα φαινόμενα της φύσης με ένα είδος φιλοσοφικού ιδεαλισμού. Η εμφάνιση όμως της Φαινομενολογίας στον 20ο αιώνα, δηλαδή της προσπάθειας
να απαλλαχτεί ή ερμηνεία των φαινομένων, από τις προϊδεάσεις του μελετητή τους,
δείχνει πως η πρόβλεψή του ότι «…κάποια μέρα οι επιστημονικές μελέτες μου,
παρά το λογοτεχνικό έργο μου, θα αναγνωριστούν ως η μεγαλύτερη συνεισφορά μου
στην ανθρωπότητα» αρχίζει να επιβεβαιώνεται. Πέθανε στις 22 Μάρτη 1832, σε ηλικία 83 ετών κι ενταφιάστηκε στον τάφο
της ηγεμονικής οικογένειας στη Βαϊμάρη.
Ο Φάουστ είναι πιθανότατα ιστορικό πρόσωπο που
έζησε το 16ο αιώνα στη Γερμανία και αποτελεί χαρακτηριστικό εκπρόσωπο του
ανήσυχου και ερευνητικού πνεύματος του ανθρώπου της Αναγέννησης. Ήταν ένας
παράξενος άνθρωπος που περιόδευε στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις και εμφανιζόταν
ως γιατρός, αλχημιστής, αστρολόγος, θαυματοποιός και μάγος. Το 1587
μάλιστα τυπώθηκε και μια λαϊκή φυλλάδα που απέδιδε τα κατορθώματά του στη
συμμαχία του με το Διάβολο, στον οποίο είχε πουλήσει την ψυχή του. Αναπλάθοντας
αυτούς τους θρύλους δυο αιώνες αργότερα ο Γκαίτε δημιουργεί το δικό του Φάουστ,
ένα από τα μεγαλύτερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Το πρώτο μέρος που είναι
και το πιο σημαντικό, δημοσιεύτηκε το 1808. Στην ποιητική αυτή σύνθεση που έχει
θεατρική μορφή με υπόθεση και δράση χωρισμένη σε σκηνές, με πρόσωπα και με
βαθιές φιλοσοφικές προεκτάσεις. Ο Γκαίτε
κάνει τον Φάουστ αιώνιο σύμβολο της τιτανικής βούλησης του ανθρώπου και της
ακόρεστης επιθυμίας του να γνωρίσει όλα τα μυστικά και να δώσει απάντηση, σε
όλα τα προβλήματα της ζωής.
Ο θεατρικός ήρωας του Γκαίτε, ο Φάουστ, «γεννήθηκε» το
1790 και ήταν μια προσπάθεια του δημιουργού του να αποτυπώσει τις απόψεις του για το
μεταφυσικό, τη κοινωνία και τη ψυχολογία, καθώς και για ένα κομμάτι του
ίδιου του εαυτού. Κάθε σχεδόν στίχος του είναι γεμάτος από βαθύτερα νοήματα που
αντανακλούν τη σκέψη του συγγραφέα και της κοινωνίας.
Ο βασικός ήρωας του έργου, ο Φάουστ, είναι ένας άνθρωπος καλλιεργημένος, καταξιωμένος και ευκατάστατος, όπως περίπου και ο δημιουργός του. Όταν όμως η ματαιότητα της ζωής και των κατακτήσεων του έγινε ψυχαναγκαστικά έντονη και καταπιεστική, ο Φάουστ επικαλείται τον Μεφιστοφελή, για να του δώσει μια διέξοδο στη ζωή του. Η σκηνή της προετοιμασίας της επίκλησης του Μεφιστοφελή περιέχει όλες εκείνες τις παλιές δοξασίες της επίκλησης των πνευμάτων. Μια σκοτεινή νύχτα στο τρίστρατο του δάσους Σπένσερ, κοντά στο Βίτενμπεργκ, ο Φάουστ σχηματίζει ορισμένους κύκλους με το μαγικό ραβδί του και επικαλείται τον διάβολο. Ο Μεφιστοφελής εμφανίζεται μπροστά στον Φάουστ εν μέσω μιας μανιασμένης θύελλας, θυμωμένος γιατί κλήθηκε παρά τη θέλησή του και ζητά από τον Δρ Φάουστ να του αποκαλύψει τον λόγο της επίκλησης αυτής. Ο Φάουστ απαντά ότι είναι πρόθυμος να συνάψει συμμαχία μαζί του αν ο Μεφιστοφελής συμφωνούσε να υπηρετεί τον Δρ Φάουστ όσο θα ζούσε, να παρέχει στον Δρ Φάουστ όποιες πληροφορίες ζητούσε και ποτέ να μην του πει ψέματα.
Ο Μεφιστοφελής συμφωνεί με τον όρο ότι ο Φάουστ θα υποσχόταν στη λήξη των είκοσι τεσσάρων χρόνων να παραδώσει το σώμα και την ψυχή του στο διάβολο,
να επιβεβαιώσει τη συμφωνία υπογράφοντας με το αίμα του, και να απαρνηθεί την πίστη του. Με αυτή τη συμφωνία ο διάβολος πήρε τον Φάουστ και τον οδήγησε μακριά. Μέσα από τη περιπλάνηση αυτή με οδηγό τον Μεφιστοφελή ο ήρωας ανακαλύπτει γνώση που δεν ήξερε ότι υπήρχε, βιώνει καταστάσεις και συναισθήματα πρωτόγνωρα, γνωρίζει τον κόσμο και την ουσία του. Ο Φάουστ ξεπερνάει όλες τις ηθικές αναστολές του και οι παρεκβάσεις από την καθημερινότητα διαδέχονται η μια την άλλη. Όταν όμως στο τέλος, το οποίο γραμματολογικά κορυφώνεται με συγκλονιστικό τρόπο, θέλησε να γευτεί όσα έμαθε με τη βοήθεια του Μεφιστοφελή, είναι πια αργά.
Ο βασικός ήρωας του έργου, ο Φάουστ, είναι ένας άνθρωπος καλλιεργημένος, καταξιωμένος και ευκατάστατος, όπως περίπου και ο δημιουργός του. Όταν όμως η ματαιότητα της ζωής και των κατακτήσεων του έγινε ψυχαναγκαστικά έντονη και καταπιεστική, ο Φάουστ επικαλείται τον Μεφιστοφελή, για να του δώσει μια διέξοδο στη ζωή του. Η σκηνή της προετοιμασίας της επίκλησης του Μεφιστοφελή περιέχει όλες εκείνες τις παλιές δοξασίες της επίκλησης των πνευμάτων. Μια σκοτεινή νύχτα στο τρίστρατο του δάσους Σπένσερ, κοντά στο Βίτενμπεργκ, ο Φάουστ σχηματίζει ορισμένους κύκλους με το μαγικό ραβδί του και επικαλείται τον διάβολο. Ο Μεφιστοφελής εμφανίζεται μπροστά στον Φάουστ εν μέσω μιας μανιασμένης θύελλας, θυμωμένος γιατί κλήθηκε παρά τη θέλησή του και ζητά από τον Δρ Φάουστ να του αποκαλύψει τον λόγο της επίκλησης αυτής. Ο Φάουστ απαντά ότι είναι πρόθυμος να συνάψει συμμαχία μαζί του αν ο Μεφιστοφελής συμφωνούσε να υπηρετεί τον Δρ Φάουστ όσο θα ζούσε, να παρέχει στον Δρ Φάουστ όποιες πληροφορίες ζητούσε και ποτέ να μην του πει ψέματα.
Ο Μεφιστοφελής συμφωνεί με τον όρο ότι ο Φάουστ θα υποσχόταν στη λήξη των είκοσι τεσσάρων χρόνων να παραδώσει το σώμα και την ψυχή του στο διάβολο,
να επιβεβαιώσει τη συμφωνία υπογράφοντας με το αίμα του, και να απαρνηθεί την πίστη του. Με αυτή τη συμφωνία ο διάβολος πήρε τον Φάουστ και τον οδήγησε μακριά. Μέσα από τη περιπλάνηση αυτή με οδηγό τον Μεφιστοφελή ο ήρωας ανακαλύπτει γνώση που δεν ήξερε ότι υπήρχε, βιώνει καταστάσεις και συναισθήματα πρωτόγνωρα, γνωρίζει τον κόσμο και την ουσία του. Ο Φάουστ ξεπερνάει όλες τις ηθικές αναστολές του και οι παρεκβάσεις από την καθημερινότητα διαδέχονται η μια την άλλη. Όταν όμως στο τέλος, το οποίο γραμματολογικά κορυφώνεται με συγκλονιστικό τρόπο, θέλησε να γευτεί όσα έμαθε με τη βοήθεια του Μεφιστοφελή, είναι πια αργά.
Εκατοντάδες μύθοι και θρύλοι όπως ο
Φάουστ, έχουν ως κεντρικό θέμα τη συμφωνία του ανθρώπου με το υπερφυσικό με
απώτερο στόχο την αύξηση των ατομικών ικανοτήτων, την επίτευξη ενός σκοπού που
βρίσκεται συχνά πέρα από τα όρια των φυσικών δυνατοτήτων του μέσου όρου της
ανθρωπότητας. Το υπερφυσικό στην προκειμένη περίπτωση είναι ο διάβολος, αλλά
μήπως με τον όρο «διάβολος» εννοείται σε όλες αυτές τις περιπτώσεις μια
κρυμμένη διάσταση μέσα στην ίδια την ανθρώπινη ψυχή, απωθημένη εξ ορισμού στα
βάθη του ασυνείδητου κόσμου. Μια διάσταση μη αποδεκτή στα όρια της χριστιανικής
κοσμοαντίληψης;
Αυτό που μας φανερώνει ο Φάουστ, ή ο Γκαίτε εν προκειμένω, είναι πως τελικά ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζει αποκλειστικά και μόνο στη συνειδητή του κατάσταση. Ψάχνει πάντα την ευκαιρία να βρει καταφύγιο στο ασυνείδητο, γιατί ίσως εκεί βρίσκονται οι ρίζες της ζωής του που θα του υποδείξουν πως να φθάσει σε ένα υψηλότερο επίπεδο συνείδησης της ύπαρξής του. Και τελικά ο Φάουστ, όπως και κάθε ανάλογος μύθος, μεταφέρει τον κεντρικό πυρήνα του νοήματός του σε κάθε ανθρώπινη ψυχή που διαβάζει ή ακούει το μύθο, χωρίς την παρέμβαση της λογικής και του νου. Αυτός άλλωστε υπήρξε πάντα και ο ρόλος του μυθολογικού υλικού, του μεγαλύτερου διδάσκαλου της ανθρωπότητας. Κοινός παρονομαστής η προμηθεϊκή δίψα για γνώση, για το μεγάλο άλμα προς τα εμπρός στην ανθρώπινη ιστορία.
Αυτό που μας φανερώνει ο Φάουστ, ή ο Γκαίτε εν προκειμένω, είναι πως τελικά ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζει αποκλειστικά και μόνο στη συνειδητή του κατάσταση. Ψάχνει πάντα την ευκαιρία να βρει καταφύγιο στο ασυνείδητο, γιατί ίσως εκεί βρίσκονται οι ρίζες της ζωής του που θα του υποδείξουν πως να φθάσει σε ένα υψηλότερο επίπεδο συνείδησης της ύπαρξής του. Και τελικά ο Φάουστ, όπως και κάθε ανάλογος μύθος, μεταφέρει τον κεντρικό πυρήνα του νοήματός του σε κάθε ανθρώπινη ψυχή που διαβάζει ή ακούει το μύθο, χωρίς την παρέμβαση της λογικής και του νου. Αυτός άλλωστε υπήρξε πάντα και ο ρόλος του μυθολογικού υλικού, του μεγαλύτερου διδάσκαλου της ανθρωπότητας. Κοινός παρονομαστής η προμηθεϊκή δίψα για γνώση, για το μεγάλο άλμα προς τα εμπρός στην ανθρώπινη ιστορία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου